Να γίνουν οι δυο τάξεις Junior σε μια σχολική χρονιά;

Από τη Μαρία Μαρκάκη



Πολλοί γονείς με σταματούνε στο δρόμο πολύ προβληματισμένοι, όπως χαρακτηριστικά λένε, για να με ρωτήσουν αν είναι σωστό για τα παιδιά τους να κάνουν Α’ και Β’ Junior μαζί, σε μια σχολική χρονιά, όχι σε δυο όπως είναι το συνηθισμένο και το λογικό.

Επειδή, λοιπόν, πρώτα από όλα νιώθω και είμαι εκπαιδευτικός και δευτερευόντως ελεύθερος επαγγελματίας, αποφάσισα να καταθέσω τις σκέψεις μου σε αυτό το άρθρο, μήπως βοηθήσω τα σημερινά παιδιά για τα οποία νιώθω απέραντη αγάπη και συμπόνοια.
Θεωρώ ότι ο σημερινός άνθρωπος, εφόσον έχει ανεκπλήρωτα όνειρα και ‘απωθημένα’ από τη παιδική ακόμα ηλικία, έχει βρει ως στόχους ανάδειξης πια τα παιδιά. Αρχίζει από πολύ μικρή ηλικία, ακόμη και προσχολική, να τα φορτώνει με μαθήματα διαφόρων ειδών ακολουθώντας το ‘ρεύμα’, αυτό που κάνουν και οι υπόλοιποι γονείς.

Ψάχνει να βρει ποικίλους τρόπους που θα αναδείξουν το παιδί του ανάμεσα στα υπόλοιπα παιδιά της ίδιας ηλικίας. Ένας από αυτούς τους τρόπους που υποδεικνύονται στο γονέα είναι και η σύμπτυξη των τάξεων: ο μαθητής, ως δια μαγείας, αποκτά γρηγορότερα ένα πιστοποιητικό (πολλές φορές αμφιβόλου προέλευσης) και ταυτόχρονα υποτίθεται ότι έχει όλες τις απαραίτητες γνώσεις.

Αντί να προβληματίζεται ο γονέας για τη σύμπτυξη των τάξεων Junior, δεν έχει παρά να αναρωτηθεί: Μπορούσα εγώ στην ηλικία των 7 ή 8 ετών να τελειώσω δύο τάξεις σε 8 μήνες και να πάρω την ίδια γνώση με αυτή που θα έπαιρνα σε περισσότερο χρονικό διάστημα; Θα μπορούσα να εμπεδώσω επαρκώς τη γνώση αυτή και να τη χρησιμοποιήσω με επιτυχία; Επίσης, θα αγαπούσα αυτή τη γλώσσα που θα ήταν στην ουσία ένας παράγοντας πίεσης για εμένα; Θα μου άρεσε και θα συμμετείχα με ευχαρίστηση σε μια διαδικασία μάθησης όπου όλα διδάσκονται ‘υπο περίληψη’; Νομίζω ότι η απάντηση για τους περισσότερους είναι όχι.
Το επιχείρημα δε ότι είναι τάξεις Junior δεν ευσταθεί γιατί αυτές είναι οι τάξεις που το παιδί θα εξοικειωθεί με τη γλώσσα με παρόμοιο τρόπο με τη μητρική ούτως ώστε να μπορέσει στις επόμενες τάξεις να καταλάβει τους κανόνες της γραμματικής και τη σωστή σύνταξη της γλώσσας. Αν δε μάθει σταδιακά να διαβάζει ένα κείμενο ή να απαντάει σε βασικές ερωτήσεις, πώς θα μπορέσει να κατανοήσει αργότερα μια πιο σύνθετη ανάλυση του κειμένου γραμματικά και συντακτικά; Τη στιγμή μάλιστα που μια τέτοιου είδους ανάλυση δε θα έχει προλάβει να γίνει ούτε καν στα Ελληνικά για τους τόσο μικρούς μαθητές.

Πιστεύω ότι η πίεση που ασκούμε στα παιδιά μας μόνο αρνητικά αποτελέσματα μπορεί να έχει και αυτό το βλέπουμε σε μεγαλύτερες ηλικίες (π.χ. εφηβεία) που αντιδρούν με αδιαφορία και απάθεια. Αντί, λοιπόν, να κατηγορούμε τα παιδιά μας για ελλιπή γνώση, αυτοσυγκέντρωση ή θέληση για μάθηση, ας κοιτάξουμε όλοι -γονείς και εκπαιδευτικοί- μέσα μας και ας αναρωτηθούμε: Μήπως έχω υπερβολικές απαιτήσεις από ένα μικρό παιδί και του αναθέτω καθήκοντα στα οποία είναι πραγματικά δύσκολο να ανταπεξέλθει;

Ας πάψει πια η χρησιμοποίηση αυτή του παιδιού, είτε για να πλουτίσουν οι επαγγελματίες είτε για να ξεχωρίσουν οι γονείς, πάντα με το άλλοθι ότι γίνεται ‘για το καλό’ του παιδιού.

Σχετικά άρθρα:

1 σχόλιο:

  1. Συμφωνώ απόλυτα και ευχαριστώ και για την επιβεβαίωση πως τελικά κάνω το σωστό. Είμαι κι εγώ ξενόγλωσση εκπαιδευτικός (Γερμανικών) και έκρινα ο γιος μου (Γ' Δημοτικού) που φέτος ξεκίνησε και στο σχολείο Αγγλικά, να κάνει Junior A επίπεδο, του χρόνου Β, χαλαρά για να εμπεδώσει σωστά. Το αρχικό σκεπτικό ήταν να μην κάνει καθόλου πέρα από το σχολείο, να δω με τη βοήθειά μου και ό, τι παίρνει από τη δασκάλα του σχολείου πώς θα τα πάει. Ως Νοέμβριο περίπου ανταποκρίθηκε μάλιστα μια χαρά (η διγλωσσία μάλλον τον ενόησε στα προφορικά) , από εκεί και μετά άρχισε να δυσκολεύεται. Από τη μια το σχολικό βιβλίο "τρέχει"...αλλά φανηκαν και μικροδυσκολίες μέχρι να μπει στο νόημα της ορθογραφίας, το οποίο ήταν θέμα χρόνου. Γενικά συμφωνώ πως η γλώσσα θέλει χρόνο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή